Ως παράλληλο κείμενο στα έργα του Τσέχωφ και του Γκόγκολ, διαβάσαμε και σχολιάσαμε στο μάθημα το ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη “Γραφιάς”. Το ξαναδιαβάζουμε, χρησιμοποιούμε τις σημειώσεις μας και προσπαθούμε να απαντήσουμε τις ερωτήσεις.
Κώστας Καρυωτάκης, Γραφιάς
Οι ώρες μ’ εχλώμιαναν, γειρτός που βρέθηκα ξανά
στο αχάριστο τραπέζι.
(Απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο στον τοίχο αντικρινά
ο ήλιος γλιστράει και παίζει.)
Διπλώνοντας το στήθος μου, γυρεύω αναπνοή
στη σκόνη των χαρτιώ μου.
(Σφύζει γλυκά και ακούγεται χιλιόφωνα η ζωή
στα ελεύθερα του δρόμου.)
Απόκαμα, θολώσανε τα μάτια μου και ο νους,
όμως ακόμη γράφω.
(Στο βάζο ξέρω δίπλα μου δυο κρίνους φωτεινούς.
Σα να ’χουν βγει σε τάφο.)
|
α. Ποιες προσδοκίες σάς δημιούργησε ο τίτλος και ποια ήταν η εντύπωσή σας μετά την πρώτη ανάγνωση (συναισθήματα, σκέψεις);
β. Πώς εξελίχθηκαν οι πρώτες εντυπώσεις με τη δεύτερη ανάγνωση; Ποιο είναι το θέμα του ποιήματος; Προσπαθούμε να το διατυπώσουμε.
γ. Ποια “ιστορία” μας λέει το ποίημα; Ποιες είναι οι κυρίαρχες εικόνες και ποια ατμόσφαιρα διαμορφώνουν;
δ. Ποια κατάσταση αντιμετωπίζει ο αφηγητής/ποιητής; Ποια είναι τα συναισθήματά του και σε ποια σημεία αποκαλύπτονται (εντοπισμός λέξεων-φράσεων);
ε. Πώς νομίζετε ότι λειτουργούν οι παρενθέσεις σε κάθε στροφή; Ποιος είναι ο ρόλος τους;
στ. Με ποιον/ποιους από τους ήρωες των διηγημάτων που διαβάσαμε ίσως έχει ομοιότητες το πρόσωπο που μιλάει; Γιατί;
ζ. Ποια είναι τα τελικά σχόλιά σας για το ποίημα -ίσως και σε σύνδεση με τη σύγχρονη κατάσταση; Αναπτύξτε την άποψή σας.
Για να προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε καλύτερα τον ποιητή
1. Για τη ζωή του
Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928)
O Κώστας Καρυωτάκης γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896. Ο πατέρας του ήταν από τη Συκιά της Κορινθίας, και η μητέρα του, η Αικατερίνη Σκάγιαννη, από την Τρίπολη. Ο πατέρας του ήταν νομομηχανικός κι έτσι στα παιδικα του χρόνια αναγκαστηκε να αλλάζει συνέχεια τόπο διαμονής. Πέρασε από το Αργοστόλι, τη Λευκάδα, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, την Αθήνα, τα Χανιά.
Από το 1912 δημοσιεύει ποιήματα σε διάφορα παιδικά περιοδικά. Δεκαεπτά χρονών έρχεται στην Αθήνα, και γράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στα τέλη του 1917 πήρε το πτυχίο του. Στη συνέχεια επιχείρησε να ασκήσει το δικηγορικό επάγγελμα, αλλά η έλλειψη πελατείας τον ανάγκασε να ζητήσει δημόσιο διορισμό. Έτσι διορίστηκε υπάλληλος (υπουργικός γραμματέας Α) στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης. Μετά την οριστική απαλλαγή του από το στρατό, τοποθετήθηκε στη Νομαρχία Σύρου κι ύστερα βρέθηκε για μερικούς μήνες να ασκεί καθήκοντα νομάρχη στην Άρτα. Στη συνέχεια, μετατέθηκε στην Αθήνα και υπηρέτησε στη Νομαρχία Αττικής. Αισθανόμενος απέχθεια για την κρατική γραφειοκρατία την καυτηριάζει συχνά. Αυτό του στοιχίζει αντιπάθεια και διώξεις από τους ανωτέρους του, με αποτέλεσμα να μετατεθεί πολλές φορές στην επαρχία. Γνωρίζει έτσι τη μιζέρια και την ανία της και αυτό του στοιχίζει και τον πληγώνει βαθιά.
Toν Φεβρουάριο του 1919 εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή "Ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων", που δεν παίρνει καλή κριτική. Με τον φίλο του Άγη Λεβέντη εκδίδει τον ίδιο χρόνο το σατιρικό περιοδικό "Η Γάμπα". Παρά την επιτυχία του, το περιοδικό κυκλοφόρησε μόνο σε έξι τεύχη γιατί η αστυνομία απαγόρευσε την έκδοσή του.Το 1921 κυκλοφορεί τη δεύτερη συλλογή του τα "Νηπενθή". Την εποχή αυτή συνδέεται στενά με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, συνάδελφό του στη Νομαρχία Αττικής. Το 1924 ταξιδεύει στο εξωτερικό, στην Ιταλία (Ρώμη), Γερμανία και Ρουμανία. Το Δεκέμβριο του 1927 εκδίδει την τελευταία του συλλογή, "Ελεγεία και Σάτιρες".
Τον Φεβρουάριο του 1928 αποσπάται στην Πάτρα και τον Ιούνιο στην Πρέβεζα. Αισθανόμενος αηδία και απόγνωση για τη ζωή αυτής της μικρής πόλης στέλνει απελπισμένα γράμματα σε συγγενείς και φίλους, περιγράφοντας την αθλιότητα και τη μικρότητα που κυριαρχεί στην τοπική κοινωνία. Στις 20 Ιουλίου αποφασίζει να βάλει τέλος στη ζωή του. Αποπειράται να αυτοκτονήσει πέφτοντας γυμνός στην θάλασσα και προσπαθώντας μάταια επί δέκα ώρες να πνιγεί. Δεν τα καταφέρνει όμως γιατί ήταν καλός κολυμβητής. Το πρωί της επομένης, απτόητος, αγοράζει ένα περίστροφο και πάει σε ένα καφενείο όπου φυτεύει μια σφαίρα στην καρδιά του. Στην τσέπη του αφήνει το τελευταίο του σημείωμα.
2. Για την ποίησή του
Ο Λίνος Πολίτης γράφει για την ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη: «Η ποίηση του Καρυωτάκη είναι σοβαρή∙ οποιοδήποτε ίχνος φιλολογίας, αισθηματισμού, φιλαρέσκειας, που μπορεί να υπάρχει στους προηγούμενους ποιητές, έχει εξαφανιστεί στον Καρυωτάκη. Υπάρχει ένας πληθωρικός πόθος ζωής, μια μεστή αίσθηση της πραγματικότητας, και -αδυσώπητα αντίθετη από την άλλη μεριά- η αίσθηση του μάταιου, του χαμένου, που απογυμνώνεται ολοένα και περισσότερο, για να φτάσει πια στο τέλος σ’ ένα τραγικό αδιέξοδο, με τελική συνέπεια την αυτοκτονία. Γράφει ποιήματα για τους «Δον Κιχώτες», για «τους άδοξους ποιητές των αιώνων», η στάση του σε όλα είναι αντιηρωική, αντιιδανική∙ ψάλλει το άδοξο, το ασήμαντο, ακόμα και το γελοίο, σαν διαμαρτυρία που φτάνει στο σαρκασμό. Ο σαρκασμός σφραγίζει με μια ιδιαίτερη πικρία όλη του την ποίηση και γίνεται (αν γίνεται) διέξοδος για τη μόνιμη απογοήτευσή του. Αλλά στον Καρυωτάκη -κι αυτό είναι που δίνει τη σπάνια στερεότητα στην ποίησή του- το αίσθημα αυτό του κενού δεν διοχετεύεται εύκολα σε παραδομένα σχήματα ποιητικά, αλλά δημιουργεί από την αποσύνθεση, θα έλεγε κανείς, την ίδια, μια καινούρια έκφραση. Ο στίχος, ο ποιητικός λόγος, χάνουν τα σταθερά τους περιγράμματα, αλλά δε χάνουν τη στερεή τους παρουσία∙ και αυτό είναι η πρωτοτυπία τους.»
Βασικά χαρακτηριστικά της ποίησής του
- εφήμερη χαρά, μελαγχολία, νοσταλγία, πόνος, λύπη
- απαισιοδοξία, αδιέξοδο, μοναξιά, έλλειψη ιδανικών
- σάτιρα, κριτική στο κοινωνικό σύστημα, ειρωνεία
- αδιέξοδο στη σχέση ατόμου-κοινωνίας, ποίησης-ζωής
- συμβολισμός/ συμβολιστική υποβολή
- χαλαρότητα ρυθμού
- ελευθερωμένος στίχος (μέτρο, ομοιοκαταληξία, αλλά ανισοσύλλαβος)
- ανάμειξη καθαρεύουσας και δημοτικής
3. Για τη σχέση του με τη Μαρία Πολυδούρη
4. Τα ποιήματά του στο διαδίκτυο
5. Η τηλεοπτική σειρά “Καρυωτάκης”
1ο επεισόδιο (και προχωράτε και στα υπόλοιπα):
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου