Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου (Γ2) [Από 11/11 - Εργασίες για 18/11/2020]

 Διαβάσαμε και σχολιάσαμε σύντομα τον υπόλοιπο διάλογο Ερωφίλης-Πανάρετου.

[Προηγούμενο μάθημα εδώ]

Για να θυμηθείτε όσα είπαμε και να προχωρήσετε στην επεξεργασία του αποσπάσματος, προσπαθήστε να απαντήσετε στο τετράδιό σας τις ερωτήσεις που ακολουθούν (α1, α2, β1, β2, γ1, γ2) και θα τις συζητήσουμε στο επόμενο μάθημα (Πέμπτη 18 Νοεμβρίου):


ΕΡΩΦΙΛΗ (στίχοι 159-168)
Oϊμένα (=αλίμονο), νά’ βρω δε μπορώ ποιαν αφορμή ποτέ μου
σου 'δωκα στην αγάπη μου φόβο, Πανάρετέ μου,
να πιάνεις τόσα δυνατό, σα να μηδέ γνωρίζεις
το πως το νου και την ψυχή και την καρδιά μου ορίζεις.
Έρωτα, απείς (=αφού) τ' αφέντη μου τ' αμμάτια (=μάτια) δε μπορούσι
πόσα πιστά και σπλαχνικά τον αγαπώ να δούσι (=δουν),
μιαν απού τσι (=από τις) σαΐτες σου φαρμάκεψε (=δηλητηρίασε) και ρίξε
μέσα στα φυλλοκάρδια μου και φανερά του δείξε
με τον πρικύ μου (=πικρό μου) θάνατο πως ταίρι του απομένω,
και μόνο πως για λόγου του (=για χάρη του) στον Άδη κατεβαίνω.


Ερωτήσεις:

α1. Ποια είναι τα συναισθήματα της Ερωφίλης και ποια φράση αποτυπώνει τον έρωτά της για τον Πανάρετο; (στίχοι 159-162)

α2. Σε ποιον απευθύνεται η Ερωφίλη από τον στίχο 163 και μετά, τι του ζητάει και τι θα αποδείξει με αυτό;


ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ (στίχοι 169-176)
Τούτο ας γενεί σ' εμένα
ομπρός (=μπροστά), φόβο κιανένα αν έχω
στον πόθο σου, νεράιδα μου,
γή (=ή) αν έν' και δεν κατέχω (=αν συμβαίνει να μην ξέρω)
πως μήδ' ο θάνατος μπορεί να κάμει να σηκώσεις
τον πόθο σου από λόγου μου κι αλλού να τόνε δώσεις.
Μα
δεν κατέχω (=δεν ξέρω) ποια αφορμή με κάνει και τρομάσσω,
το πράμα, που στο χέρι μου κρατώ σφικτά, μη χάσω,
κι εκείνο,
απού (=που) παρηγοριά πρέπει να μου χαρίζει,
τσ' (=τις) ελπίδες μου τσ' (=τις) αμέτρητες σε φόβο μού γυρίζει.


Ερωτήσεις

β1. Με ποια λόγια εκφράζεται η σιγουριά του Πανάρετου για την αγάπη της Ερωφίλης; (στίχοι 169-172)

β2. Ποιο είναι το συναίσθημα που διακατέχει τον Πανάρετο στους στίχους 173-176; Πώς προσπαθεί να το εξηγήσει ο ίδιος;


ΕΡΩΦΙΛΗ (στίχοι 177-184)
Τούτό 'ναι απού το ξαφνικό μαντάτο που μας δώσα,
μα μην
πρικαινομέστανε (=πικραινόμαστε), Πανάρετέ μου, τόσα,
γιατί ουρανός, απού 'καμε κι εσμίξαμεν
αντάμι (=μαζί),
να στέκομε παντοτινά ταίρια μάς θέλει κάμει.
Τον ουρανό, τη θάλασσα, τη γη και τον αέρα,
τ' άστρα, τον ήλιο το λαμπρό, τη νύκτα, την ημέρα,
παρακαλώ
ν' αρματωθού (=να πάρουν τα όπλα), να 'ρθουν αντίδικά (=ως αντίπαλοι, εχθροί) μου,
την ώρα οπ' άλλος θέλει μπει πόθος εις την καρδιά μου.


Ερωτήσεις

γ1. Ποια εξήγηση δίνει η Ερωφίλη στη συναισθηματική κατάσταση του Πανάρετου; Με ποιο “επιχείρημα” προσπαθεί να τον ηρεμήσει; (στίχοι 177-180)

γ2. Σε ποιους απευθύνεται στους στίχους 181-184; Τι ζητάει και τι προσπαθεί να αποδείξει (για άλλη μια φορά);

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου