I: Γλώσσα, Λογοτεχνία και
Θέατρο – Γνωρίζοντας τον Shakespeare με
αφορμή μια εξαιρετική παράσταση της
“Δωδέκατης Νύχτας”
Στο
πρώτο τρίμηνο του 2016, με μαθητές και
μαθήτριες των τμημάτων Β6, Γ2, Γ5 και Γ6
είχαμε την ευκαιρία να
παρακολουθήσουμε μία κινηματογραφική
ταινία και τρεις θεατρικές παραστάσεις,
οι οποίες με ποικίλους τρόπους
αξιοποιήθηκαν πριν ή/και μετά την
παρακολούθησή τους στην τάξη, στο πλαίσιο
των μαθημάτων της Νεοελληνικής Γλώσσας
και Λογοτεχνίας και με αφορμή την
επικαιρότητα αλλά και τα ιδιαίτερα
ενδιαφέροντα των μαθητών.
Πρώτη
επιλογή: Μια παράσταση της “Δωδέκατης
Νύχτας” του William Shakespeare
στο θέατρο ΠΚ, την οποία
παρακολουθήσαμε πρώτα την Κυριακή 17
Ιανουαρίου με 15 μαθήτριες και μαθητές
του Β6. Ο ενθουσιασμός των παιδιών που
παρακολούθησαν την παράσταση, οι κριτικές
και τα σχόλιά τους στην τάξη, μας οδήγησαν
και σε μια δεύτερη επίσκεψη στο θέατρο
την Κυριακή 31 Ιανουαρίου, με τους
περισσότερους από τους υπόλοιπους
μαθητές του Β6, αλλά και με μαθητές των
τμημάτων Γ2 και Γ6. Τελικά, το έργο και η
παράσταση αξιοποιήθηκαν και για την
προφορική και γραπτή διατύπωση της
συνολικής κριτικής των μαθητών, αλλά
και στη συζήτηση συγκεκριμένων θεματικών
ενοτήτων στη Νεοελληνική Γλώσσα, με τον
σχολιασμό σχετικών αποσπασμάτων
από το μεταφρασμένο κείμενο (π.χ. για ζητήματα όπως η φιλία και η
αγάπη).
Εδώ μπορείτε να
δείτε ένα μέρος του υλικού που δόθηκε
για την προετοιμασία, αλλά και τη συζήτηση
μετά την παράσταση:
Κυριακή
17 και 31/1/2016, Θέατρο
ΠΚ, William Shakespeare,
Δωδέκατη
Νύχτα (ή ό,τι θελήσετε)
[Twelfth
Night or What you Will]
[Ο
τίτλος του έργου παραπέμπει στο βράδυ
της δωδέκατης μέρας των εορτών των
Χριστουγέννων, όταν παραδοσιακά
επιτρέπονταν οι μεταμφιέσεις, οι αλλαγές
ρόλων και οι παρεκτροπές.]
α.
Για το έργο και την υπόθεσή του:
Η
Βιόλα και ο δίδυμος αδερφός της,
Σεμπάστιαν, χωρίζονται ύστερα από ένα
ναυάγιο κοντά στις ακτές της Ιλλυρίας.
Η Βιόλα, μεταμφιεσμένη σε αγόρι, μπαίνει
στην υπηρεσία του Δούκα Ορσίνο, ο οποίος
είναι ερωτευμένος με την Ολίβια, η οποία
ερωτεύεται τη Βιόλα, που στο μεταξύ έχει
ερωτευτεί τον Δούκα. Την κωμωδία
διαδέχεται η φάρσα με την εμφάνιση του
Σεμπάστιαν, ο οποίος φθάνει στην Ιλλυρία
έχοντας διασωθεί από τον Αντόνιο. Με
φόντο το μαγευτικό βασίλειο της Ιλλυρίας,
ακροβατώντας σε μια λεπτή μεταξένια
κλωστή ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι,
ο Σαίξπηρ γράφει για την τρέλα του έρωτα.
Η
"Δωδέκατη Νύχτα", γραμμένη μεταξύ
1601-1602, είναι μία από τις πιο δημοφιλείς
κωμωδίες του Σαίξπηρ. Η δημοτικότητα
αυτή δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς το έργο
προσφέρει μια μεγάλη ποικιλία κωμικών
καταστάσεων, άλλοτε διακριτικών, άλλοτε
περισσότερο έντονων, άλλοτε εφευρετικών
και άλλοτε γελοίων. Το έργο, όμως,
εμπεριέχει επίσης σκοτεινά και μελαγχολικά
στοιχεία. Ίσως είναι ακριβώς αυτός ο
συνδυασμός του φωτεινού με το σκοτεινό,
του εύθυμου με την μελαγχολία, της
αρμονίας με το φάλτσο, που έχουν καταστήσει
το έργο τόσο δημοφιλές. Σαν το μυαλό του
Ορσίνο, όπως περιγράφεται από τον Φέστε
(τον “τρελό”), έτσι και το έργο μοιάζει
με το οπάλιο: γοητευτικά ιριδίζον και
γεμάτο μεταβαλλόμενους χρωματικούς
τόνους. Αυτή η γλυκόπικρη ατμόσφαιρα
συνδέει τη φανταστική Ιλλυρία της
κωμωδίας με γνωστές σε εμάς πραγματικότητες.
β.
Για να δείτε το έργο στο πρωτότυπο:
γ.
Μια επιλογή αποσπασμάτων από το έργο:
[Πράξη
πρώτη, σκηνή πρώτη] Ορσίνο: "Αχ,
Έρωτα θεέ, τι άπληστος, τι ακόρεστος που
είσαι! Ενώ όλα τα χωράς, όλα τα δέχεσαι,
σαν θάλασσα, ό,τι θα καταπιείς, όσο ακριβό
κι υπέροχο κι αν είναι, μέσα σε μια στιγμή
ξεπέφτει, ευτελίζεται και δεν σου φτάνει.
Τόσο γεμάτος με μορφές της φαντασίας
είν' ο έρωτας, που είναι από μόνος του η
τέλεια φαντασίωση".
[Πράξη
τρίτη, σκηνή πρώτη] Φέστε (“τρελός”):
"Τι καιροί
και τούτοι! Για ένα έξυπνο μυαλό, οι
φράσεις είναι σαν το μαλακό γάντι. Πολύ
εύκολα τις γυρίζεις το μέσα έξω!"
Βιόλα: "Αυτό
να λέγεται. Όποιοι παίζουν πονηρά με
τις λέξεις, εύκολα τις κάνουν πάσης
χρήσεως."
Φέστε: "Για
αυτό κι εγώ δε θα 'θελα η αδελφή μου να
έχει όνομα, κύριε."
Βιόλα: "Γιατί,
άνθρωπέ μου;"
Φέστε: "Διότι,
κύριε, το όνομά της είναι λέξη. Κι όποιος
παίζει πονηρά μ' αυτή τη λέξη, μπορεί να
κάνει την αδερφή μου πάσης χρήσεως.
Πραγματικά, όμως, οι λέξεις έχουν γίνει
πολύ άτιμες από τότε που τις χάλασαν
όσοι παίρνουν όρκο να κρατούν το λόγο
τους."
[Πράξη
τρίτη, σκηνή πρώτη] Βιόλα: "Σας
συμπονώ"
Ολίβια: "Είναι
κι αυτό ένα βήμα προς τον έρωτα."
Βιόλα: "Ούτε
στο ελάχιστο. Είναι πολύ κοινή συνήθεια
να δείχνουμε συμπόνια στους εχθρούς
μας." Ολίβια:
"Τότε, λοιπόν,
νομίζω ήρθε η ώρα να χαμογελάσω πάλι.
Ω, κόσμε, πόσο εύκολα οι φτωχοί βρίσκουνε
κάτι για να περηφανευτούν! Αν πρέπει να
σε φάνε τα θηρία, προτιμάς να πέσεις σε
λιοντάρι αντί σε λύκο."
[Πράξη
πέμπτη, σκηνή πρώτη] Ορσίνο: "Εσένα
σε ξέρω. Τι κάνεις, καλέ μου φίλε;"
Φέστε: "Να
σας πω την αλήθεια, κύριε, καλύτερα χάρη
στους εχθρούς μου, χειρότερα χάρη στους
φίλους μου"
Ορσίνο: "Το
αντίθετο: καλύτερα χάρη στους φίλους
σου." Φέστε:
"Όχι, κύριε,
χειρότερα."
Ορσίνο: "Πώς
είναι δυνατόν;"
Φέστε: "Μα,
κύριε, οι φίλοι μου με κολακεύουν και
με κάνουν να νιώθω γελοίος. Οι εχθροί
μου, από την άλλη, μου το λένε ξεκάθαρα
ότι είμαι γελοίος. Άρα, από τους εχθρούς
μου, κύριε, κερδίζω την αυτογνωσία, ενώ
από τους φίλους μου την κοροϊδία. Οπότε,
αφού τα συμπεράσματα είναι σαν τα φιλιά
κι οι τέσσερις αρνήσεις κάνουν δυο
καταφάσεις, τότε λοιπόν, χειρότερα χάρη
στους φίλους μου και καλύτερα χάρη στους
εχθρούς μου."
(μετάφραση:
Ν. Χατζόπουλος, εκδόσεις Νεφέλη 2010)
δ.
Τέλος...
1.
α) Ποιο από τα
παραπάνω αποσπάσματα θεωρείτε περισσότερο
ενδιαφέρον ή άξιο σχολιασμού; Εξηγήστε
γιατί.
β)
Υπάρχει κάποια άλλη φράση από το έργο
που σας φάνηκε ενδιαφέρουσα/ θέλετε να
σχολιάσετε/ σας προκάλεσε απορία; Ποια;
2.
Εφαρμόζοντας όσα ξέρετε για την κριτική
θεατρικού έργου, ετοιμάστε μια ολοκληρωμένη
παρουσίαση-κριτική της παράστασης που
παρακολουθήσαμε. Το κείμενό σας θα
απευθύνεται στους συμμαθητές/στις
συμμαθήτριές σας που δεν παρακολούθησαν
την παράσταση.
Συμπληρωματικά:
δόθηκαν
στοιχεία για τη ζωή και το έργο του
Shakespeare, για τα
χαρακτηριστικά των κωμωδιών του γενικά,
αλλά και ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις
ειδικά για τη “Δωδέκατη Νύχτα”.
Κι εδώ δυο
αποσπάσματα των κριτικών που γράφτηκαν
από τους μαθητές:
“Η σκηνοθεσία ήταν εξαιρετική. Η αλλαγή
των χώρων γινόταν με γρήγορο τρόπο, αλλά
και έτσι ώστε να καταλαβαίνεις τι γινόταν
κάθε φορά και ποια η σχέση με όσαν είχαν
προηγηθεί. Ο φωτισμός και η ξαφνική
εναλλαγή των σκηνικών, που όμως φαινόταν
πολύ φυσική, συνέβαλλαν στο να
αντιλαμβανόμαστε πότε αλλάζαμε τοποθεσία.
Τα κοστούμια έπαιξαν επίσης πολύ
σημαντικό ρόλο, καθώς κυρίως μας βοήθησαν
να καταλάβουμε ποια ήταν τα δίδυμα
αδέρφια, αφού το μόνο πράγμα στο οποίο
έμοιαζαν ήταν τα ρούχα.
Αλλά, φυσικά, η παράσταση δεν θα ήταν
καλή, αν και οι ηθοποιοί δεν είχαν τη
ζωντάνια, την όρεξη και τις ικανότητες
να ερμηνεύσουν τον ρόλο τους αποτελεσματικά
και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις
του. Η ερμηνεία τους ήταν άριστη,
αποκαλυπτική των συναισθημάτων και των
σκέψεων των ηρώων. Ιδιαίτερο ρόλο ως
προς αυτό έπαιξαν οι κινήσεις και οι
εκφράσεις των προσώπων τους, που φανέρωναν
τις προθέσεις και υπογράμμιζαν τα
συναισθήματα.
Όλα αυτά τα στοιχεία έκαναν την παράσταση
αξέχαστη και προέβαλαν το νόημά της,
μέσα από όλες τις παρεξηγήσεις και τις
χιουμοριστικές καταστάσεις. Πιστεύω
πως όλοι θα άξιζε να δουν αυτή την
παράσταση.” (Ευαγγελία Σταμούλου)
“Η
παρακολούθηση της παράστασης του έργου
“Δωδέκατη Νύχτα” του Shakespeare,
μιας κωμικής ιστορίας
έρωτα, ήταν μια αξιόλογη εμπειρία για
πολλούς λόγους, που με έκαναν να διαμορφώσω
μια συνολικά θετική γνώμη.
Ξεκινώντας από το “τεχνικό” κομμάτι
της παράστασης, τα κοστούμια ήταν όσο
πλούσια χρειαζόταν και δεν τραβούσαν
την προσοχή του θεατή από το έργο. Επίσης,
μερικές φορές ήταν συμβολικά ή έδιναν
στοιχεία για την υπόθεση, όπως για
παράδειγμα οι φορεσιές των διδύμων, οι
οποίες ήταν ολόιδιες. Αντίστοιχο με τα
κοστούμια ήταν και το σκηνικό, το οποίο,
αν και φαινόταν λιτό, με τη βοήθεια ενός
προβολέα αποδείχτηκε λειτουργικό και
αποτελεσματικό. Η μουσική “έντυνε”
την παράσταση και αρκετές φορές γινόταν
αφορμή για χιουμοριστικές σκηνές.
Ως προς την υπόθεση, τη σκηνοθεσία και
τις ερμηνείες των ηθοποιών, οι εντυπώσεις
είναι ανάλογες. Η υπόθεση ήταν αστεία
και διασκεδαστική, με δόσεις μελαγχολίας.
Έτσι, σε έκανε να γελάς, αλλά και σε
κρατούσε πίσω στην πραγματικότητα, την
πραγματικότητα με τα προβλήματά της...
Η σκηνοθεσία και οι ερμηνείες των
ηθοποιών έρχονταν να “δέσουν” απόλυτα
με την υπόθεση. Αυτό που μου έκανε
εντύπωση ήταν ότι, αν και ο κάθε ηθοποιός
ερμήνευε περισσότερους από έναν ρόλους,
με έκανε κάθε φορά να ξεχνώ τους υπόλοιπους
ρόλους του και να τον βλέπω ως ξεχωριστό
ηθοποιό και προσωπικότητα.
Σε
γενικές γραμμές, η παράσταση μου άρεσε
και δεν μετάνιωσα για την απόφασή μου
να την παρακολουθήσω. Βέβαια, θεωρώ ότι
έχω δει και καλύτερες παραστάσεις.”
(Οδυσσέας Τσουκνίδας)